Με τυλίγει το λημέρι,
γύρω μου, αλλά μακριά μου,
που συχνάζαμε ξεφτέρι,
δέκτη για την απλωσιά μου,
της κλεψύδρας το χουνέρι,
δεν κουρδίζει τον ντουνιά μου,
με τις νότες που χαράζει,
τη σκεπή ανατριχιάζει.
–
Εμφανίζοντας τη γόμα,
τα προβλήματα γκρεμίζω,
το κενό του χρόνου στόμα,
κρυπτογράφε θα φεγγίζω,
πετσετάκι για το σώμα,
πάνω του θα διαποτίζω,
ο συλλέκτης το ταβάνι,
δύο μήνες στο μελάνι.
Ποίημα του Σωτήρη Τσατταλιού.