Μωρό σε ζωγράφισα με στίχους
Δε φταίμε κι εμείς, για κάποια έκφραση εκτός
που ενοχλεί για κάποια σοφιστεία που διχάζει,
την διχασμένη κοινωνία μες στο χρονικό
σε ύφεση ζητάμε κι εμείς την χώρα
και σε γαλήνη, που θα έχει μέσα της ευγένεια,
μετά την ανακοίνωσή τους, στα στοιχεία τους
για την ανάδειξη, για ό,τι έγινε θα γίνει
σαν μια φορά, για ένα φόρεμα μπροστά τους
τα νώτα της να στρέφει, να στρέφει πιο προκλητικά.
–
Στον άλλο κόσμο τους, στα κόμπλεξ, στα γυαλιά τους
εκεί, εκείνη στρέφει πιο προκλητικά, θα δείτε,
μα πάνω της να στρέφουν βέλη που συνθλίβουν
στο φόρεμα που βγάζει, δεν την ενδιαφέρει
μα μόνο το καπέλο μένει, μόνο το καπέλο,
το διάστημα, το ενδιαφέρον πάνω σου ν’ απλώνει
οι φίλες σου και άλλες σχέσεις σ’ επαφή θ’ αρκούν,
να δείξουν πως θ’ αρχίσει να προσφέρει ώρες
σαν γίνεται κεράσι, γίνεται ξανά η δράση.
–
Να, βλέπεις μες στην βάση το δοχείο, μα τι κάνει;
«Μικρό δοχείο που θα εκραγεί σε κριτικές,
της άνοιξης λουλούδια θα πετούν τριγύρω μας
σαν σύννεφα σκορπούν, της άνοιξης λουλούδια
αγάπη να σκεφτεί· σημαντικό κομμάτι!»
(παντού, θα βλέπεις τρόπους, πιο κοντά στον άλλον)!
αυτά μας είπες, άνοιξη-βροντή κυρα-Λενιώ.
–
Μια γνωστοποίηση για τις επιλογές σας
αν θέλουν να εισέρχονται, με τις σωστές σας πάντα
τις συμπεριφορές σας βέβαια, να ξαναβρούμε,
στο μέρος μου εκπλήξεις, για εσένα στις σειρές
στις πόρτες που ανοίγουν σίγουρα μπροστά τους,
για το προσόν της, σαν παιδί του εαυτού μας
με τα υπέροχα επίμαχα σημεία της,
θα επιμείνεις να τ’ αναγνωρίζουν εντελώς,
χωρίς κακόβουλο – καλόβουλο κουτσομπολιό.
–
Γυμνό μοντέλο, που σε βρίσκει σέξι, να προσέξει
κανείς δε θες ν’ αγγίζει, το εκπληκτικό κορμί
την άνοιξη κυκλοφορεί, με το περιοδικό,
να εκλεγεί πια, όπως κάθε καλλονή εν λόγω
στον κόσμο της κομψότητα, που την φυσάει,
φυσάει άρωμα που θα τον αγκαλιάζει
στην αγκαλιά, συστήνει να φοράει καλοκαίρι,
μωρό μου σε ζωγράφισα με στίχους των ονείρων,
μα ίσως σιγοτραγουδώντας θα σε νανουρίζουν.
Ποίημα του Σωτήρη Τσατταλιού.
Από το βιβλίο… Ο ανήλιαγος της πόλης.