Κύριε Αίολε
Μίλαγες γι’ αυτό το λιθαράκι πως ανήκει
μες στους νικητές… εδώ τους κάνεις να γελάσουν.
Κύριε Αίολε, διατηρητέε στο μανίκι,
ίδιο κι απαράλλακτο, για να σε διαπεράσουν,
μόνο, για να νιώθεις την αφαίμαξη ζαλίκι,
δεν αδειάζει το κεφάλι, και θα λογιάσουν.
–
Κύριε Αίολε, της υψηλής σας κοινωνίας
τον κατώτερο της εαυτό… των επιγνώσεων,
πάντα της μεγάλης οπτικής κι αποτυχίας,
πάντα το συναίσθημα τους των αλλοιώσεων,
μέλος, ένας εαυτός της ατομοκρατίας,
με τον χώρο της λατρείας των πλαισιώσεων.
–
(Κύριε Αίολε, για την κουμπότρυπα μες στο μυαλό,
στο μυαλό σου, είναι μια πολύ μεγάλη λέξη.)
–
Θέτει, τι ντροπή για του ονείδους την καλύπτρα,
πάντα ίδιο κι απαράλλακτο, γι’ αυτό θα ονειδίζω.
Μπα! Δεν ήσουν πάντοτε αυτό που λες… για σκήπτρα.
Κύριε Αίολε, στο τέλος τα γνωστά σας βουίζω,
τα ξεφλουδισμένα σύνθετα για την καλύπτρα,
έτσι προσδοκώ, για των ανέμελων γογγύζω.
–
Και της ακοινώνητης σας κοινωνίας ο κοινός,
δε θα προσδοκά πια του εσωστρεφούς η πληρωμή,
της αδιάφορης, της ανοργάνωτης ο αλαφρός,
και της ανοργάνωτης απόδοσης οι αδερφοί,
της οξείας η επίθεση και ο αγαθοποιός,
θα ‘ναι η αδυναμία ναι, για τ’ αληθή…
–
(Κύριε Αίολε, για την κουμπότρυπα μες στο μυαλό,
στο μυαλό σου, είναι μια πολύ μεγάλη λέξη.)
Ποίημα του Σωτήρη Τσατταλιού.