Η γαία δαμάζει
Έτρεχα πλάι στα ρυάκια

κρυφοκοιτάζοντας εσένα
έψαχνα ρωτώντας μικρά εξοχικά
έψαχνες ποιος σε ακολουθά
έψαχνες ποιος σε αγαπά
Έτρεχα μες στο ποτάμι
βρεγμένος, μουδιασμένος
και με πήρε μαζί του
με ξέβρασε μπροστά σου
ζητώντας τη συγχώρεση σου
Μια άδεια μέρα να γεμίσεις
μια φορά να με συναντήσεις
μια άλλη κλίμακα να πάρεις
πεσμένος, να με σηκώσεις
και μετά μόνος, ας με αφήσεις
Αντίο ετήσια στοργή μου
εξέχω, από την άμμο μου
μεταφέρομαι στο μέρος μου
αισιοδοξώ στον κόμβο μου
να σε ξαναδώ προσήνεια μου
(Η γαία δαμάζει αδαμάντινη
το λαήνι διανύει αμαράντινη
δίχως… γαία πυρί μιχθήτω
ενασκώ, για να μην πλήττω
μα γίνονται φιδένια μέρη
και τα χτένια σπάνε στο ασκέρι
του πλήθους οι ράθυμοι χουνέρι.)
Θα σε ξανά περιμένω αγγελική

αγωνιώ, βολοδέρνοντας στην ξένια
έξω, να λαμπρύνεις τα ωκεάνια
αντάμα πάντοτε με τα αιγαία
και τα λιλιπούτεια δερβένια
Στις σεληνοφώτιστες ουράνιες
ρομαντικές επιλογές οι εγκάρδιες
οι πτερωμένες ευδιάκριτες
οι πτερωμένοι προορισμέ
ρετροσπεκτίβα στις τριανταφυλλιές
Η στοργή πηγαία στα ευκταία
η στοργή πηγαία στ’ απευκταία
η στοργή πηγαία στην υστεραία
να βρίσκει τον χώρο στα θλιμμένα
να δίνει την έννοια στην αραθυμιά
(Η γαία δαμάζει αδαμάντινη
το λαήνι διανύει αμαράντινη
δίχως… γαία πυρί μιχθήτω
ενασκώ, για να μην πλήττω
μα γίνονται φιδένια μέρη
και τα χτένια σπάνε στο ασκέρι
του πλήθους οι ράθυμοι χουνέρι.)
Ποίημα του Σωτήρη Τσατταλιού.
