Έωλος νους
Πάνω της λιώνω και ρίχνω τα μάτια
σαν δαγκώνει, μια νύχτα τα χειλάκια
σαν με φίλησε, να γίνω κομμάτια.
–
Είχα κρυμμένα μικρά πετραδάκια
με γράμματα για να τελειώνεις σιωπή,
να φέρνεις γραφή τα γλυκά λογάκια.
–
Έωλος νους, του φιδιού χωρίς σκεπή
έξω στην πόρτα την σάρκα του βγάζει
γύρω στην φωτιά, σαν ζαρώνεις ντροπή.
–
Μοιάζει εξοχικό, κορμί π’ ουρλιάζει
σαν κρατούν οι ματιές το σώμα σφιχτά,
τέτοια χειλάκια ζω, και δες καλοκαιριάζει.
Ποίημα του Σωτήρη Τσατταλιού.
Από το βιβλίο… Ο ανήλιαγος της πόλης.